λεγεών

λεγεών
η (AM λεγεών, -ῶνος, ἡ και ὁ)
βλ. λεγεώνα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • λεγεών — legio fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θηβαϊκός λεγεών — Ρωμαϊκή λεγεώνα από χριστιανούς στρατιώτες, που συγκροτήθηκε στην αιγυπτιακή Θηβαΐδα (3ος αι. μ.Χ.). Με αρχηγό τον Μαυρίκιο, που αργότερα ανακηρύχθηκε άγιος, ο Θ.λ. είχε σταλεί στη βόρεια Ιταλία για να ενισχύσει τον στρατό του Μαξιμιανού. Επειδή …   Dictionary of Greek

  • λεγεῶνα — λεγεών legio fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεγεῶνας — λεγεών legio fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεγεῶνες — λεγεών legio fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεγεῶνι — λεγεών legio fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεγεῶνος — λεγεών legio fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεγεῶσι — λεγεών legio fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεγεώνων — λεγεών legio fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Lathe biosas — Lambda Inhaltsverzeichnis 1 Λάβετε φάγετε τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”